-
1 действие
1. (деятельность, работа, функционирование) η λειτουργί/αη ενέργεια, η δράσηη κίνηση, η πράξηнаходиться в - и βρίσκομαι σε κίνηση/λειτουργία- рычага η μόχλωση, η μόχλευση2. (результат, эффект) η επίδραση, το αποτέλεσμαответное - η ανταπόκριση, η αντίδρασηотравляющее - η δηλητηρίαση, η τοξική παρενέργειαпоражающее - βλαβερή -, η προσβολή, разрушающее - καταστρεπτική -, разъедающее - διαβρωτική -, - силы тяжести - της δύναμης της βαρύτητας, тепловое - θερμική -ударное - της κρούσης, η κρούση3. (функционирование) η λειτουργία, η απόδοση, η επίδοση 4. мат. η πράξη 5. (поступок) η πράξη 6. (договора, соглашения) η ισχύςРусско-греческий словарь научных и технических терминов > действие
-
2 значение
1. (размер величины) η τιμήпринимать - λαμβάνω την -, δέχομαι την -главное - κύρια -,действующее - см. среднеквадратичное -истинное - (стат.мат.) πραγματική -стационарное - см. установившееся -характерное - αντιπροσωπευτική -, χαρακτηριστική -2. (важность) η σημασία, η σπουδαιότητα 3. (смысл, содержание) η έννοια, το νόημαдвоякое - διπλή -, διφορούμενη -переносное - слова лингв. η μεταφορική σημασία της λέξηςпрямое - слова лингв. η κύρια σημασία της λέξης, η κυριολεξίαРусско-греческий словарь научных и технических терминов > значение
-
3 arithmetic distribution
French\ \ distribution arithmétiqueGerman\ \ arithmetische VerteilungDutch\ \ verdeling op een één-dimensionaal roosterItalian\ \ distribuzione aritmeticaSpanish\ \ distribución aritméticaCatalan\ \ distribució aritmèticaPortuguese\ \ distribuição aritméticaRomanian\ \ distribuţie aritmeticăDanish\ \ aritmetiskfordelingNorwegian\ \ aritmetiskfordelingSwedish\ \ aritmetisktfördelningGreek\ \ αριθμητική κατανομήFinnish\ \ aritmeettinen jakaumaHungarian\ \ számtani eloszlásTurkish\ \ aritmetik dağılımEstonian\ \ aritmeetiline jaotusLithuanian\ \ aritmetinis skirstinysSlovenian\ \ aritmetična porazdelitevPolish\ \ rozkład arytmetycznyRussian\ \ арифметическое распределениеUkrainian\ \ арифметичний розподілSerbian\ \ аритметички распоредIcelandic\ \ reikningslistarinnar útbreiðslaEuskara\ \ aritmetikoa banaketaFarsi\ \ -Persian-Farsi\ \ -Arabic\ \ التوزيع الحسابيAfrikaans\ \ rekenkundige verdelingChinese\ \ 算 术 分 布Korean\ \ 산술분포
См. также в других словарях:
Арифметика — Ганс Себальд Бехам. Арифметика. XVI век Арифметика (др. греч. ἀ … Википедия